Παρασκευή 2 Δεκεμβρίου 2016

Η πολιτική απραξία και οι μισθωμένοι διαχειριστές της

Οι σημερινοί καιροί απαιτούν την αντίστοιχη αποφασιστικότητα και θέληση όχι μόνο για να συγκρουστούμε με όσα μας καταδυναστεύουν αλλά και για να υπερασπιστούμε την απειλούμενη αξιοπρέπειά μας. Γι’ αυτό και σε ό,τι αφορά τις ευθύνες του καθενός και της καθεμιάς, πιστεύω πως κάποια πράγματα πρέπει να λέγονται με το όνομά τους. 
Στην υπαρκτή άγρια κατάσταση το -μέχρι πρόσφατα νεορομαντικό- σύνθημα «να μη ζήσουμε σα δούλοι» γίνεται το κεντρικό πολιτικό στοίχημα για το άμεσο μέλλον.
Όταν, μπροστά στον πολιτικοπολιτιστικό βόρβορο των ΑδωνοΚατσίκηδων και στους ουρακοτάγκους του Μιχαλολιάκου, εσύ κάνεις υψηλή φιλοσοφία, τότε είναι ηλίου φαεινότερο ότι είσαι συνυπεύθυνος -δίχως το παραμικρό ελαφρυντικό- για την ακροδεξιά πολιτική στροφή και την παράδοση στην πολιτιστική εξαχρείωση που ρημάζει την έτσι κι αλλιώς ζοφερή καθημερινότητα του πολίτη. 
Όταν είσαι αριστερός διανοούμενος με δυτική παιδεία και, κατά συνέπεια, μπορείς να καταλάβεις κάτι παραπάνω από τους αμόρφωτους κατσαπλιάδες της εγχώριας πολιτικής ολιγαρχίας των πασοκοποταμίσιων, για τον φασισμό, αλλά, παρ’ όλα αυτά, κάνεις τον κινέζο και σιωπάς, ή μιλάς αφ’ υψηλού και εκ της όποιας ασφάλειας σου παρέχει ένας μισθός ή μία κάλυψη από την κυβερνητική θητεία, αναφερόμενος σε συγκρίσεις ή και σε μικρές κατακτήσεις του παρόντος που δεν κεντρίζουν το παραμικρό ενδιαφέρον της πλειοψηφίας της εξαθλιωμένης  κοινωνίας, τότε συμβάλλεις σημαντικά και με θετικό πρόσημο στην αντίδραση με κατεύθυνση προς τα φασιστικά (α)διεξόδα.
 Θα μπορούσα, αρκετά σχηματικά, να πω ότι, μέσα στα νεοτερικά πλαίσια, το επίπεδο πολιτικής και κοινωνικής υγείας μιας κοινωνίας και η ένταση του πολιτιστικού της σφρίγους, φαίνονται, μεταξύ πολλών άλλων, και από τη διανοητική της παραγωγή, από την εμφάνιση πολιτικών αναλύσεων και θέσεων, όχι μόνο όσων έρχονται σαν μπούσουλας από την κεντρική πολιτική σκηνή, αλλά και μέσα από πολιτικές οργανώσεις  που τοποθετούνται κριτικά απέναντι στους κατεστημένους θεσμούς και τις παραδεδομένες συνήθειες και κοινωνικές πρακτικές.

Το ότι διάγουμε, σε παγκόσμιο επίπεδο, μια περίοδο παρακμής είναι γνωστό.
Το ότι στην Ελλάδα δεν αναπτύχθηκε ποτέ μια στερεή παράδοση πολιτικής ανάλυσης και κοινωνικής κριτικής είναι επίσης γνωστό.
Ωστόσο, αυτό που ζούμε τα τελευταία δύο χρόνια δεν έχει προηγούμενο: παρατηρούμε μια άνευ προηγουμένου τυπολατρεία αριστερών πολιτικών οργανώσεων, χωρίς καμμιά εμβάθυνση σε πολιτικές και κοινωνικές ανάγκες, μια επιφανειακή ψευτοελιτιστικη δήθεν δράση, χωρίς προγραμματισμό, χωρίς οργάνωση, λες και χρόνια ζήλευαν και περίμεναν καρτερικά μέχρι να γίνουν διάδοχοι των οργανώσεων των παρηκμασμένων αναχρονιστικών δομών της πασοκονεοδημοκρατίας.

Το πρόβλημα, συνοπτικά, είναι ότι η πολιτική απάθεια της κοινωνίας μας, αλλά και ο γενικευμένος παρελθοντικός  ευδαιμονισμός που ακόμα την χαρακτηρίζει, έχουν δημιουργήσει έναν τύπο ανθρώπου μαλθακό,  ο οποίος έχει πλήρως ξεχάσει ότι αν η ανθρωπότητα κατάφερε να κάνει ορισμένα βήματα «εμπρός» κατά τους τελευταίους αιώνες (χάρις, άλλωστε, στα οποία, ο εν λόγω συνκαταναλωτής μας μπορεί να ασχολείται ήσυχος με την αποβλάκωσή του), αυτό συνέβη χάρις στην οργάνωση, στην πρωτοπορία, στην ενδελεχή ανάλυση φαινομένων και όχι στις ατελείωτες και ατελέσφορες συζητήσεις για το θεαθήναι, χωρίς κορμό, χωρίς συμπεράσματα, χωρίς δράση εντέλει.

Καμία πολιτική συζήτηση δεν είναι δυνατή αν δεν αναγνωριστεί στα κοινωνικά υποκείμενα έστω μια ελάχιστη υπευθυνότητα και ελευθερία βούλησης∙ αν τα πάντα -διότι πολλά όντως είναι- προϊόν του «κοινωνικού περιγύρου», τότε κανείς δε φταίει ποτέ, κανείς δεν έχει να λογοδοτήσει σε κανέναν για τις απόψεις και τις πράξεις του και μπορούμε πλέον να περιμένουμε τη χάρη του Θεού να μας φωτίσει και να μας πει τι πρέπει να κάνουμε και να πιστεύουμε ή ότι πρέπει να ακολουθούμε πιστά τις εντολές των κομματικών στελεχών του ‘’Κολωνακίου’’ που υπό την επικάλυψη της ‘’μακρόχρονης τριβής’’ με τους παρελθοντικούς αγώνες, κατέχουν την μόνη υπέρτατη αλήθεια και κραδαίνοντας τους αγώνες αυτούς σαν μέσο για προσωπική αναγνώριση και υπακοή, επισείουν το ‘’πολιτικοκοινωνικό φραγγέλιο’’ για να συμμορφώσουν ή να απομονώσουν τα πολιτικά επαρκή, εργατικά και 'ανυπάκουα' μέλη.
Δυστυχώς για αυτές τις μικροσυμφεροντολόγες μικροκομματικές αυθεντίες , υπάρχουν εργατικά και ανυπάκουα μέλη που όσο περνά από το χέρι τους θα εκθέτουν την ανυπαρξία των μισθωμένων για την αδράνειά τους στελεχών, με όποιο τρόπο μπορούν.



Η κοινωνιολογία του πεζοδρομίου, ο αγοραίος, κατά κάποιον τρόπο, «μαρξισμός», οι επιλογές του καθενός μας, μέσα από την δράση ή την απραξία μας αξιώνεται ή απαξιώνεται. 
Το άγχος που καταλαμβάνει και οδηγεί σε υστερικές παρελθοντικές δράσεις-κομήτες του 70 και του 80, τους ανύπαρκτους κομματάρχες είναι δικαιολογημένο.
Τα μέσα και η κοινωνία τους αγνοεί και θα τους αγνοεί ες αεί όσο και να πασχίζουν περί του αντιθέτου.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου